Scan barcode
A review by kyriakiz
Ο καλός στρατιώτης: Μια ιστορία πάθους by Ford Madox Ford
4.0
“Αυτή: η πιο θλιβερή ιστορία που έχω ποτέ μου ακούσει -η πιο θλιβερή.”
Έτσι ξεκινάει ο Καλός Στρατιώτης του Ford Madox Ford, και είναι κάτι που ο αφηγητής Τζον Ντάουελ επαναλαμβάνει συχνά μέσα στην ιστορία του.
Ο Τζον Ντάουελ λοιπόν, μας αφηγείται την ιστορία μιας σχέσης και πώς αυτή έφτασε στο τέλος της. Της φιλικής σχέσης του ίδιου και της συζύγου του με το ζεύγος Άσμπερναμ. Ο Τζόν και η Φλόρενς Ντάουελ, Αμερικανοί Προτεστάντες, συναντούσαν κάθε καλοκαίρι επί 9 χρόνια τους Άγγλους Έντουαρντ και Λεονόρα Άσμπεναμ, Προτεστάντης και Ρωμαιοκαθολοκή αντίστοιχα, στα λουτρά της πόλης Ναουχάιμ. Η Φλόρενς και ο Έντουαρντ έπασχαν από την καρδιά τους και τα λουτρά ήταν μέρος της θεραπείας τους.
Εκεί τα 2 ζευγάρια ανέπτυξαν μια φιλική σχέση, μοιράζονταν κοινά ενδιαφέροντα, πήγαιναν σε δείπνα και έκαναν εκδρομές στην εξοχή.
Εννιά χρόνια όμως μετά την πρώτη τους συνάντηση όλα διαλύθηκαν και η αλήθεια χτύπησε την πόρτα του αφηγητή μας.
Στον μονόλογο του, ο Τζον Ντάουελ, προσπαθεί να διαλευκάνει το πώς ξεκίνησαν όλα και γιατί έληξαν έτσι άδοξα.
Με μια αφήγηση κάπως συνειρμική, πηδώντας χρονικά από κει κι από δω, αναλύει τα γεγονότα προσπαθώντας να καταλάβει.
Βλέπει την υπόθεση από διαφορετικές σκοπιές προσπαθώντας να αναλύσει τον χαρακτήρα του καθενός και το ρόλο που είχε στην ιστορία. Ενώ πολλές φορές ένιωθα πώς προσπαθούσε να δικαιολογήσει τις πράξεις τους. Πράξεις που, κατ' εμέ τουλάχιστον, δεν χωρούν καμιά δικαιολογία και γι' αυτόν τον λόγο ο αφηγητής νομίζω πως μου φαίνονταν, ίσως λιγάκι, αφελής.
Ταυτόχρονα με την αφήγησή του προς εμάς, ο Τζον Ντάουελ συνειδητοποιεί το μέγεθος της άγνοιάς του. Το μέγεθος της απάτης μέσα στην οποία, εσκεμμένα η μη, ζούσε, όπως νόμιζε, ευτυχισμένος.
Και παρότι, μετά από όλο αυτό, όλα όσα έμαθε, θα περίμενε κανείς να υπήρχε μια πικρία ίσως στη “φωνή” του πρωταγωνιστή, εγώ τουλάχιστον δεν την βρήκα. Ίσως μόνο μια θλίψη γι' αυτά που χάθηκαν και μια άρνηση. Άρνηση να νιώσει, να καταδικάσει, να κρίνει. Και κυρίως μια προσπάθεια να σώσει την μνήμη του γάμου του και της φιλίας του με τους Άσμπερναμ.
“Μια ιστορία πάθους” είναι ο υπότιτλος του βιβλίου και αυτό ακριβώς είναι που έλειπε από τον πρωταγωνιστή, το πάθος. Άτολμος και μέσα στην άγνοια, έζησε όλη του τη ζωή, συμπεριλαμβανομένου και των 12 χρόνων που διήρκεσε ο γάμος του.
Σε όλο το βιβλίο θαυμάζει και επαινεί τον Έντουαρντ Άσμπερναμ, το πόσο καλός άνθρωπος και στρατιώτης είναι, και ίσως μάλιστα να τον ζήλευε και λίγο. Να ζήλευε την τόλμη και το πάθος του για τη ζωή και να ήθελε να ήταν αυτός στη θέση του. Γιατί, όπως αναφέρει και το επίμετρο, ο Τζον Ντάουελ δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ένας θεατής της ζωής.
Και μέσα σε όλα αυτά βλέπουμε και λίγο την κοινωνία της εποχής και πώς αυτή και οι συμβάσεις της καθοδήγησαν τις πράξεις των ηρώων μας. Το γεγονός ότι η Λεονόρα ήταν Ρωμαιοκαθολική σε αντίθεση με τους άλλους τρεις που ήταν Προτεστάντες. Το γεγονός ότι οι Ντάουελ ήταν Αμερικανοί, ενώ οι Άσμπερναμ Άγγλοι, αλλά και οι μεν και οι δε εύποροι, καλοί και καθωσπρέπει άνθρωποι που είχαν να διατηρήσουν ένα όνομα στην κοινωνία.
Γιατί λοιπόν η πιο θλιβερή ιστορία; Ίσως γιατί όπως λέει και ο ίδιος προς το τέλος, κανείς δεν πήρε αυτό που ήθελε και γιατί οι περισσότεροι εκεί μέσα κατάληξαν είτε νεκροί, είτε τρελοί, είτε δυστυχισμένοι, εγκλωβισμένοι σε μια ζωή που δεν ζήτησαν.
B.R.A.CE. 2018: Ένα βιβλίο από τις Εκδόσεις Gutenberg
Η άποψη μου και εδώ:
https://wordpress64426.wordpress.com/2018/04/10/%CE%BF-%CE%BA%CE%B1%CE%BB%CF%8C%CF%82-%CF%83%CF%84%CF%81%CE%B1%CF%84%CE%B9%CF%8E%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%B7-%CF%80%CE%B9%CE%BF-%CE%B8%CE%BB%CE%B9%CE%B2%CE%B5%CF%81%CE%AE-%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%BF%CF%81/
Έτσι ξεκινάει ο Καλός Στρατιώτης του Ford Madox Ford, και είναι κάτι που ο αφηγητής Τζον Ντάουελ επαναλαμβάνει συχνά μέσα στην ιστορία του.
Ο Τζον Ντάουελ λοιπόν, μας αφηγείται την ιστορία μιας σχέσης και πώς αυτή έφτασε στο τέλος της. Της φιλικής σχέσης του ίδιου και της συζύγου του με το ζεύγος Άσμπερναμ. Ο Τζόν και η Φλόρενς Ντάουελ, Αμερικανοί Προτεστάντες, συναντούσαν κάθε καλοκαίρι επί 9 χρόνια τους Άγγλους Έντουαρντ και Λεονόρα Άσμπεναμ, Προτεστάντης και Ρωμαιοκαθολοκή αντίστοιχα, στα λουτρά της πόλης Ναουχάιμ. Η Φλόρενς και ο Έντουαρντ έπασχαν από την καρδιά τους και τα λουτρά ήταν μέρος της θεραπείας τους.
Εκεί τα 2 ζευγάρια ανέπτυξαν μια φιλική σχέση, μοιράζονταν κοινά ενδιαφέροντα, πήγαιναν σε δείπνα και έκαναν εκδρομές στην εξοχή.
Εννιά χρόνια όμως μετά την πρώτη τους συνάντηση όλα διαλύθηκαν και η αλήθεια χτύπησε την πόρτα του αφηγητή μας.
Στον μονόλογο του, ο Τζον Ντάουελ, προσπαθεί να διαλευκάνει το πώς ξεκίνησαν όλα και γιατί έληξαν έτσι άδοξα.
Με μια αφήγηση κάπως συνειρμική, πηδώντας χρονικά από κει κι από δω, αναλύει τα γεγονότα προσπαθώντας να καταλάβει.
Βλέπει την υπόθεση από διαφορετικές σκοπιές προσπαθώντας να αναλύσει τον χαρακτήρα του καθενός και το ρόλο που είχε στην ιστορία. Ενώ πολλές φορές ένιωθα πώς προσπαθούσε να δικαιολογήσει τις πράξεις τους. Πράξεις που, κατ' εμέ τουλάχιστον, δεν χωρούν καμιά δικαιολογία και γι' αυτόν τον λόγο ο αφηγητής νομίζω πως μου φαίνονταν, ίσως λιγάκι, αφελής.
Ταυτόχρονα με την αφήγησή του προς εμάς, ο Τζον Ντάουελ συνειδητοποιεί το μέγεθος της άγνοιάς του. Το μέγεθος της απάτης μέσα στην οποία, εσκεμμένα η μη, ζούσε, όπως νόμιζε, ευτυχισμένος.
Και παρότι, μετά από όλο αυτό, όλα όσα έμαθε, θα περίμενε κανείς να υπήρχε μια πικρία ίσως στη “φωνή” του πρωταγωνιστή, εγώ τουλάχιστον δεν την βρήκα. Ίσως μόνο μια θλίψη γι' αυτά που χάθηκαν και μια άρνηση. Άρνηση να νιώσει, να καταδικάσει, να κρίνει. Και κυρίως μια προσπάθεια να σώσει την μνήμη του γάμου του και της φιλίας του με τους Άσμπερναμ.
“Μια ιστορία πάθους” είναι ο υπότιτλος του βιβλίου και αυτό ακριβώς είναι που έλειπε από τον πρωταγωνιστή, το πάθος. Άτολμος και μέσα στην άγνοια, έζησε όλη του τη ζωή, συμπεριλαμβανομένου και των 12 χρόνων που διήρκεσε ο γάμος του.
Σε όλο το βιβλίο θαυμάζει και επαινεί τον Έντουαρντ Άσμπερναμ, το πόσο καλός άνθρωπος και στρατιώτης είναι, και ίσως μάλιστα να τον ζήλευε και λίγο. Να ζήλευε την τόλμη και το πάθος του για τη ζωή και να ήθελε να ήταν αυτός στη θέση του. Γιατί, όπως αναφέρει και το επίμετρο, ο Τζον Ντάουελ δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ένας θεατής της ζωής.
Και μέσα σε όλα αυτά βλέπουμε και λίγο την κοινωνία της εποχής και πώς αυτή και οι συμβάσεις της καθοδήγησαν τις πράξεις των ηρώων μας. Το γεγονός ότι η Λεονόρα ήταν Ρωμαιοκαθολική σε αντίθεση με τους άλλους τρεις που ήταν Προτεστάντες. Το γεγονός ότι οι Ντάουελ ήταν Αμερικανοί, ενώ οι Άσμπερναμ Άγγλοι, αλλά και οι μεν και οι δε εύποροι, καλοί και καθωσπρέπει άνθρωποι που είχαν να διατηρήσουν ένα όνομα στην κοινωνία.
Γιατί λοιπόν η πιο θλιβερή ιστορία; Ίσως γιατί όπως λέει και ο ίδιος προς το τέλος, κανείς δεν πήρε αυτό που ήθελε και γιατί οι περισσότεροι εκεί μέσα κατάληξαν είτε νεκροί, είτε τρελοί, είτε δυστυχισμένοι, εγκλωβισμένοι σε μια ζωή που δεν ζήτησαν.
B.R.A.CE. 2018: Ένα βιβλίο από τις Εκδόσεις Gutenberg
Η άποψη μου και εδώ:
https://wordpress64426.wordpress.com/2018/04/10/%CE%BF-%CE%BA%CE%B1%CE%BB%CF%8C%CF%82-%CF%83%CF%84%CF%81%CE%B1%CF%84%CE%B9%CF%8E%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%B7-%CF%80%CE%B9%CE%BF-%CE%B8%CE%BB%CE%B9%CE%B2%CE%B5%CF%81%CE%AE-%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%BF%CF%81/