Scan barcode
A review by kyriakiz
Η Καρδερίνα by Donna Tartt
3.0
Προβληματίστηκα πολύ με αυτό το βιβλίο. Και όχι με την καλή έννοια. Το ξεκίνησα, η αλήθεια είναι, με υψηλές προσδοκίες, περιμένοντας να διαβάσω ένα πραγματικά πολύ καλό βιβλίο που θα θυμάμαι για καιρό. Δυστυχώς δεν έγινε έτσι ακριβώς.....
Δεν μπορώ να πω, καλό βιβλίο ήταν και άξιζε πιστεύω το χρόνο που του αφιέρωσα....αλλά είχε μερικά πολύ σημαντικά προβλήματα. Και το κυριότερο αυτών ο πρωταγωνιστής. Κατέβαλα τεράστιες προσπάθειες αλλά δυστυχώς δεν κατάφερα να τον συμπαθήσω.....
Αλλά ας τα πάρουμε από την αρχή.....
(**Τα σημαντικά spoiler είναι κρυμμένα αλλά ίσως υπάρχουν και άλλα μικρότερα που αφορούν την υπόθεση. Κάποιος λοιπόν που θέλει να διαβάσει το βιβλίο ανεπηρέαστος καλό θα ήταν να μη συνεχίσει. Εγώ καλού κακού προειδοποιώ.**)
Ο Θίο στα δεκατρία του επιζεί ως εκ θαύματος από μια έκρηξη στο Met. Ένα από τα θύματα ήταν και η μητέρα του, αλλά και ένας ηλικιωμένος συλλέκτης, ο οποίος λίγο πριν πεθάνει, του δίνει ένα δαχτυλίδι, μια διεύθυνση και τον προτρέπει να πάρει μαζί του φεύγοντας την Καρδερίνα, έναν ανεκτίμητο πίνακα του Φαμπρίτσιους. Συντετριμμένος ο Θίο από την απώλειά του και μην έχοντας πού αλλού να πάει, οι κοινωνικές υπηρεσίες τον στέλνουν να μείνει προσωρινά με την πλούσια οικογένεια του φίλου του, Άντι. Κατά τη διαμονή του εκεί βρίσκει την ευκαιρία και, ακολουθώντας τις οδηγίες του νεκρού συλλέκτη, επισκέπτεται τον Χόμπι, παλαιοπώλη και επισκευαστή επίπλων, αλλά και έναν από τους συμπαθέστερους και γλυκίτατους χαρακτήρες αυτού του βιβλίου.
Όλα αυτά όμως δεν κρατούν πολύ, καθώς εμφανίζεται ο εξαφανισμένος του πατέρας μαζί με τη φιλενάδα του για να τον πάρουν και να πάνε να ζήσουν μαζί στο Λας Βέγκας. Ο Θίο αν και απρόθυμος, εγκαταλείπει την Νέα Υόρκη και ακολουθεί με τα λιγοστά του υπάρχοντα και τον κλεμμένο πίνακα.
Και εκεί ξεκινούν τα προβλήματα....και του Θίο και τα δικά μου....
Στο Βέγκας γνωρίζει τον Μπόρις, με τον οποίο και γίνονται φίλοι (τον μοναδικό φίλο που απέκτησα όσο έζησα στο Βέγκας και -όπως αποδείχτηκε στην πορεία- έναν από τους πολυτιμότερους φίλους της ζωής μου) και μαζί ξεκινούν αλκοόλ, ναρκωτικά, κλοπές. Και εκεί άρχισα να εκνευρίζομαι μαζί του. Έπιανα τον εαυτό μου να κουνάω αποδοκιμαστικά το κεφάλι πάμπολλες φορές.
Αλλά και αργότερα όταν, με νευρίαζε όλη αυτή η απάθειά του και η μιζέρια του και το ότι του έτυχαν χίλια μύρια κακά αλλά δεν θέλει και να τον λυπάται κανείς και δεν δείχνει το παραμικρό ενδιαφέρον ή προσπάθεια για το οτιδήποτε.
Σαφώς και υπήρχαν και άλλοι αντιπαθητικοί χαρακτήρες όπως για παράδειγμα η Κίτσι (άθλιο όνομα) για την οποία μόνο αυτό έχω να πω:
Ή ο Μπόρις! Λοιπόν ο Μπόρις αν και επίσης απαράδεκτος κατέληξε να μου είναι πιο συμπαθής από τον πρωταγωνιστή. Σαν χαρακτήρας μου φαινόταν πιο ενδιαφέρον αλλά και πιο ειλικρινής με τον εαυτό του, κάτι που ο Θίο, για μένα τουλάχιστον, δεν ήταν.
Και μέσα σ' όλα αυτά υπάρχει και η Καρδερίνα, με την οποία ο Θίο έχει πάθει μια εμμονή και από τη μια θέλει να την ξεφορτωθεί και από την άλλη να την κρατήσει όλη δική του.
Φυσικά υπήρχαν και κάποιες καλές έως ίσως και διασκεδαστικές θα έλεγα στιγμές όπως ή οι υπέροχες περιγραφές των πινάκων (έχω και μια ιδιαίτερη αδυναμία στους Ολλανδούς ζωγράφους!).
Δυστυχώς όμως ούτε και το τέλος με ικανοποίησε. Για το οποίο δεν ξέρω τι να σκεφτώ είναι η αλήθεια. Ένας μονόλογος του Θίο για το πόσο άθλια είναι η ζωή και το πως δεν υπάρχουν δεύτερες ευκαιρίες και ένα σωρό άλλα απαισιόδοξα πράγματα με τα περισσότερα από τα οποία εγώ διαφωνώ οριζοντίως και καθέτως. Και ούτε μάθαμε τι απέγιναν οι υπόλοιποι χαρακτήρες......και βασικά εδώ που τα λέμε ούτε ο Θίο κατάλαβα τι απέγινε...
Παρ' όλη την γκρίνια μου όμως, όπως είπα και παραπάνω, δεν θεωρώ ότι ήταν κακό βιβλίο. Αν θα το θυμάμαι μετά από καιρό? Δεν νομίζω. Η φλυαρία της Tartt εμφανής από τις πρώτες κιόλας σελίδες, δεν με ενόχλησε....μπορώ να πω πως μου άρεσε κιόλας ο τρόπος γραφής της. Και παρά το μεγάλο του μέγεθος, σαν βιβλίο δεν με κούρασε και το διάβασα σχετικά εύκολα και γρήγορα. Και σίγουρα θα ξαναδιαβάσω στο μέλλον και κάποιο άλλο δικό της......
Είναι σαν ένα αστείο του Φαμπρίτσιους. Στον πυρήνα της δημιουργίας του υπάρχει ένα αστείο. Κι αυτό ακριβώς κάνουν όλοι οι Μεγάλοι Δάσκαλοι. Ο Ρέμπραντ. Ο Βελάσκεθ. Ο Τιτσιάνο της τελευταίας περιόδου. Αστειεύονται. Μας κλείνουν το μάτι. Διασκεδάζουν. Στήνουν περίτεχνα την ψευδαίσθηση, το τέχνασμα, αλλά μόλις πας ένα βήμα πιο κοντά... Τα πάντα καταρρέουν σε μεμονωμένες πινελιές. Αφηρημένες, απόκοσμες.
Δεν μπορώ να πω, καλό βιβλίο ήταν και άξιζε πιστεύω το χρόνο που του αφιέρωσα....αλλά είχε μερικά πολύ σημαντικά προβλήματα. Και το κυριότερο αυτών ο πρωταγωνιστής. Κατέβαλα τεράστιες προσπάθειες αλλά δυστυχώς δεν κατάφερα να τον συμπαθήσω.....
Αλλά ας τα πάρουμε από την αρχή.....
(**Τα σημαντικά spoiler είναι κρυμμένα αλλά ίσως υπάρχουν και άλλα μικρότερα που αφορούν την υπόθεση. Κάποιος λοιπόν που θέλει να διαβάσει το βιβλίο ανεπηρέαστος καλό θα ήταν να μη συνεχίσει. Εγώ καλού κακού προειδοποιώ.**)
Ο Θίο στα δεκατρία του επιζεί ως εκ θαύματος από μια έκρηξη στο Met. Ένα από τα θύματα ήταν και η μητέρα του, αλλά και ένας ηλικιωμένος συλλέκτης, ο οποίος λίγο πριν πεθάνει, του δίνει ένα δαχτυλίδι, μια διεύθυνση και τον προτρέπει να πάρει μαζί του φεύγοντας την Καρδερίνα, έναν ανεκτίμητο πίνακα του Φαμπρίτσιους. Συντετριμμένος ο Θίο από την απώλειά του και μην έχοντας πού αλλού να πάει, οι κοινωνικές υπηρεσίες τον στέλνουν να μείνει προσωρινά με την πλούσια οικογένεια του φίλου του, Άντι. Κατά τη διαμονή του εκεί βρίσκει την ευκαιρία και, ακολουθώντας τις οδηγίες του νεκρού συλλέκτη, επισκέπτεται τον Χόμπι, παλαιοπώλη και επισκευαστή επίπλων, αλλά και έναν από τους συμπαθέστερους και γλυκίτατους χαρακτήρες αυτού του βιβλίου.
Όλα αυτά όμως δεν κρατούν πολύ, καθώς εμφανίζεται ο εξαφανισμένος του πατέρας μαζί με τη φιλενάδα του για να τον πάρουν και να πάνε να ζήσουν μαζί στο Λας Βέγκας. Ο Θίο αν και απρόθυμος, εγκαταλείπει την Νέα Υόρκη και ακολουθεί με τα λιγοστά του υπάρχοντα και τον κλεμμένο πίνακα.
Και εκεί ξεκινούν τα προβλήματα....και του Θίο και τα δικά μου....
Στο Βέγκας γνωρίζει τον Μπόρις, με τον οποίο και γίνονται φίλοι (τον μοναδικό φίλο που απέκτησα όσο έζησα στο Βέγκας και -όπως αποδείχτηκε στην πορεία- έναν από τους πολυτιμότερους φίλους της ζωής μου) και μαζί ξεκινούν αλκοόλ, ναρκωτικά, κλοπές. Και εκεί άρχισα να εκνευρίζομαι μαζί του. Έπιανα τον εαυτό μου να κουνάω αποδοκιμαστικά το κεφάλι πάμπολλες φορές.
Αλλά και αργότερα όταν
Spoiler
πέθανε ο πατέρας του και ο Θίο αναγκάστηκε να γυρίσει στη Νέα Υόρκη, όπου έμενε με τον ΧόμπιΣαφώς και υπήρχαν και άλλοι αντιπαθητικοί χαρακτήρες όπως για παράδειγμα η Κίτσι (άθλιο όνομα) για την οποία μόνο αυτό έχω να πω:
Spoiler
”Έλα τώρα”, είπε βαριεστημένα. “Γύρνα όσο θες με τα ύποπτα φιλαράκια σου, πάρε όσα ναρκωτικά θες. Δε με νοιάζει”. Κοπέλα μου, πας καλά?! Ετοιμάζεσαι να τον παντρευτείς και δεν σε νοιάζει αν είναι ναρκομανής ή όχι?!?!Ή ο Μπόρις! Λοιπόν ο Μπόρις αν και επίσης απαράδεκτος κατέληξε να μου είναι πιο συμπαθής από τον πρωταγωνιστή. Σαν χαρακτήρας μου φαινόταν πιο ενδιαφέρον αλλά και πιο ειλικρινής με τον εαυτό του, κάτι που ο Θίο, για μένα τουλάχιστον, δεν ήταν.
Και μέσα σ' όλα αυτά υπάρχει και η Καρδερίνα, με την οποία ο Θίο έχει πάθει μια εμμονή και από τη μια θέλει να την ξεφορτωθεί και από την άλλη να την κρατήσει όλη δική του.
Φυσικά υπήρχαν και κάποιες καλές έως ίσως και διασκεδαστικές θα έλεγα στιγμές όπως
Spoiler
αυτή που ο Θίο ανέλαβε το μαγαζί του Χόμπι και πουλούσε δήθεν αντίκες σε ανυποψίαστους πλούσιους πελάτεςΔυστυχώς όμως ούτε και το τέλος με ικανοποίησε. Για το οποίο δεν ξέρω τι να σκεφτώ είναι η αλήθεια. Ένας μονόλογος του Θίο για το πόσο άθλια είναι η ζωή και το πως δεν υπάρχουν δεύτερες ευκαιρίες και ένα σωρό άλλα απαισιόδοξα πράγματα με τα περισσότερα από τα οποία εγώ διαφωνώ οριζοντίως και καθέτως. Και ούτε μάθαμε τι απέγιναν οι υπόλοιποι χαρακτήρες......και βασικά εδώ που τα λέμε ούτε ο Θίο κατάλαβα τι απέγινε...
Spoiler
Αυτοκτόνησε? Δεν μπόρεσα να βγάλω άκρη....Παρ' όλη την γκρίνια μου όμως, όπως είπα και παραπάνω, δεν θεωρώ ότι ήταν κακό βιβλίο. Αν θα το θυμάμαι μετά από καιρό? Δεν νομίζω. Η φλυαρία της Tartt εμφανής από τις πρώτες κιόλας σελίδες, δεν με ενόχλησε....μπορώ να πω πως μου άρεσε κιόλας ο τρόπος γραφής της. Και παρά το μεγάλο του μέγεθος, σαν βιβλίο δεν με κούρασε και το διάβασα σχετικά εύκολα και γρήγορα. Και σίγουρα θα ξαναδιαβάσω στο μέλλον και κάποιο άλλο δικό της......
Είναι σαν ένα αστείο του Φαμπρίτσιους. Στον πυρήνα της δημιουργίας του υπάρχει ένα αστείο. Κι αυτό ακριβώς κάνουν όλοι οι Μεγάλοι Δάσκαλοι. Ο Ρέμπραντ. Ο Βελάσκεθ. Ο Τιτσιάνο της τελευταίας περιόδου. Αστειεύονται. Μας κλείνουν το μάτι. Διασκεδάζουν. Στήνουν περίτεχνα την ψευδαίσθηση, το τέχνασμα, αλλά μόλις πας ένα βήμα πιο κοντά... Τα πάντα καταρρέουν σε μεμονωμένες πινελιές. Αφηρημένες, απόκοσμες.