Scan barcode
A review by kyriakiz
Οι Καλοί by Μαρία Αγγελίδου, Hannah Kent
4.0
4,5* γιατί κάπου έκανε μια μικρή τόση δα κοιλίτσα!
Ιρλανδία 1825, η Νόρα Λίχι χάνει τον άντρα της ξαφνικά και μόνη της τώρα πλέον πρέπει να φροντίσει τον ανάπηρο γιο της επίσης νεκρής κόρης της. Για να τη βοηθήσει με τις δουλείες προσλαμβάνει ένα νεαρό κορίτσι, τη Μαίρη.
Τα πράγματα όμως δεν είναι καθόλου εύκολα για τη χήρα και την παραδουλεύτρα της. Μετά τον ξαφνικό θάνατο του άντρα της Νόρα τα πράγματα παίρνουν την κάτω βόλτα. Ατυχίες και ατυχήματα άρχισαν να συμβαίνουν παντού. Οι αγελάδες δεν βγάζουν αρκετό γάλα, οι κότες δεν γεννούν πολλά αυγά. Και παρά τις προσπάθειες της να κρύψει τον εγγονό της από τα μάτια του κόσμου, οι άνθρωποι της κοιλάδας ξέρουν και μιλούν. Ψιθυρίζουν μεταξύ τους πως αυτός είναι που φταίει για όλα τα κακά που τους βρήκαν. Λένε πως είναι αγγισμένος, νεραϊδοπαρμένος, τελώνιο, πως τον έχουν πάρει οι Καλοί.
Τέσσερα πουλιά που σημαίνουν το θάνατο, αλάτι ή κάρβουνο στην τσέπη για να ξορκίσουν το κακό και κάθε λογής χόρτα και βότανα που θεραπεύουν τις αρρώστιες.
Στην Ιρλανδία του 1825 οι άνθρωποι ζουν μέσα στη φτώχεια, τις προκαταλήψεις και τις δεισιδαιμονίες. Πιστεύουν στις νεράιδες και στα ξωτικά. Πως ζουν ανάμεσα τους, πως κάνουν ζημιές και φάρσες και προκαλούν αρρώστιες. Αυτή είναι η πραγματικότητα τους, η αλήθεια τους.
Και υπάρχει και η Νανς Ρόουντς, η γιάτρισσα. Αυτή που έχει τη Γνώση. Που της την έδωσαν οι Καλοί. Που έχει πάρε δώσε μαζί τους. Που ήξερε τις ιδιότητες του κάθε βοτάνου και δουλειά της είναι να συμμαζεύει τις αταξίες των Καλών και να θεραπεύει τις αρρώστιες που φέρνουν.
Η Νανς λοιπόν, παρά τις αντιρρήσεις του παπά, καλείται να θεραπεύσει το άρρωστο αγόρι, να διώξει το τελώνιο και να φέρει πίσω στη γιαγιά του το εγγόνι της.
Στο πρώτο και στο δεύτερο μέρος είμαστε εγκλωβισμένοι στην κοιλάδα. Η Kent με τη γραφή της καταφέρνει και σε βάζει μέσα στον κόσμο τους. Γιατί όντως ζούσαν σε έναν άλλο, δικό τους κόσμο. Έναν κόσμο που οι Καλοί σκορπούν τον φόβο. Ένιωθες την απελπισία της Νόρα Λίχι, την κούραση της Νανς Ρόουντς και την ανησυχία της Μαίρης. Έπαιρνες μέρος στον παραλογισμό τους, που γι’ αυτούς ήταν η λογική και η αλήθεια.
Στο τρίτο μέρος, για λόγους που δεν θα αναφέρω, φεύγουμε από την κοιλάδα, κι εκεί φαίνεται το μέγεθος της αμάθειας τους, αλλά και η επικινδυνότητα της. Τι πόσο κακό μπορεί να προκαλέσουν οι προκαταλήψεις οι οποίες είναι τόσο στενά συνυφασμένες με την καθημερινότητα τους που είναι σχεδόν τρομαχτικό!
Το πρώτο και το το δεύτερο μέρος θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελεί τμήμα ενός βιβλίο μαγικού ρεαλισμού ίσως. Στο τρίτο μέρος προσγειωνόμαστε στην πραγματικότητα.
Υπέροχη γραφή, καταπληκτική σκοτεινή, ζοφερή, λίγο ψυχοπλακωτική ατμόσφαιρα, περιγραφές σχεδόν ποιητικές και πολύ καλοί και οι τρεις γυναικείοι χαρακτήρες. Στο όριο της συμπάθειας και της αντιπάθειας και οι τρεις, την μια τις μισούσα τόσο πολύ και την άλλη ένιωθα συμπόνια και τις καταλάβαινα. Πιο πολύ μου άρεσε η Νανς, ενώ νομίζω πως η Νόρα ήταν λιγάκι “παραμελημένη” σαν χαρακτήρας.
Το βιβλίο είναι βασισμένο σε ένα πραγματικό γεγονός (για το οποίο εγώ δεν ήξερα τίποτα και τελικά καλά έκανα και δεν έψαξα!), έχει γίνει τρομερή έρευνα και αυτό φαίνεται.
Η αληθοφάνεια και η πιστότητα με την οποία η Kent κατάφερε να αποδώσει την κοινωνία της Ιρλανδίας του 19ου αιώνα, τις λαϊκές δοξασίες και παραδόσεις, την ζωή των φτωχών ανθρώπων της εποχής. Οτιδήποτε είχε να κάνει με τα ξωτικά και τις θεραπείες με βότανα με περίεργα ονόματα με ενθουσίαζε! Είναι εντυπωσιακό το μέγεθος της πίστης των ανθρώπων, το ότι δεν είχαν γνωρίσει ποτέ τους κάτι διαφορετικό και το ότι δεν δέχονταν κανείς να αμφισβητήσει αυτή τους την πίστη.
Κάπως ψυχοπλακωτικό, κάπως στενάχωρο στο τέλος, υποβλητικό καθ’ όλη τη διάρκεια του, μου άρεσε πολύ!
ολόκληρη η άποψη μου και εδώ: https://wordpress64426.wordpress.com/2018/06/16/%CE%BF%CE%B9-%CF%83%CE%BA%CE%BF%CF%84%CE%B5%CE%B9%CE%BD%CE%BF%CE%AF-%CE%BA%CE%B1%CE%BB%CE%BF%CE%AF-%CF%84%CE%B7%CF%82-hannah-kent/
Ιρλανδία 1825, η Νόρα Λίχι χάνει τον άντρα της ξαφνικά και μόνη της τώρα πλέον πρέπει να φροντίσει τον ανάπηρο γιο της επίσης νεκρής κόρης της. Για να τη βοηθήσει με τις δουλείες προσλαμβάνει ένα νεαρό κορίτσι, τη Μαίρη.
Τα πράγματα όμως δεν είναι καθόλου εύκολα για τη χήρα και την παραδουλεύτρα της. Μετά τον ξαφνικό θάνατο του άντρα της Νόρα τα πράγματα παίρνουν την κάτω βόλτα. Ατυχίες και ατυχήματα άρχισαν να συμβαίνουν παντού. Οι αγελάδες δεν βγάζουν αρκετό γάλα, οι κότες δεν γεννούν πολλά αυγά. Και παρά τις προσπάθειες της να κρύψει τον εγγονό της από τα μάτια του κόσμου, οι άνθρωποι της κοιλάδας ξέρουν και μιλούν. Ψιθυρίζουν μεταξύ τους πως αυτός είναι που φταίει για όλα τα κακά που τους βρήκαν. Λένε πως είναι αγγισμένος, νεραϊδοπαρμένος, τελώνιο, πως τον έχουν πάρει οι Καλοί.
Τέσσερα πουλιά που σημαίνουν το θάνατο, αλάτι ή κάρβουνο στην τσέπη για να ξορκίσουν το κακό και κάθε λογής χόρτα και βότανα που θεραπεύουν τις αρρώστιες.
Στην Ιρλανδία του 1825 οι άνθρωποι ζουν μέσα στη φτώχεια, τις προκαταλήψεις και τις δεισιδαιμονίες. Πιστεύουν στις νεράιδες και στα ξωτικά. Πως ζουν ανάμεσα τους, πως κάνουν ζημιές και φάρσες και προκαλούν αρρώστιες. Αυτή είναι η πραγματικότητα τους, η αλήθεια τους.
Και υπάρχει και η Νανς Ρόουντς, η γιάτρισσα. Αυτή που έχει τη Γνώση. Που της την έδωσαν οι Καλοί. Που έχει πάρε δώσε μαζί τους. Που ήξερε τις ιδιότητες του κάθε βοτάνου και δουλειά της είναι να συμμαζεύει τις αταξίες των Καλών και να θεραπεύει τις αρρώστιες που φέρνουν.
Η Νανς λοιπόν, παρά τις αντιρρήσεις του παπά, καλείται να θεραπεύσει το άρρωστο αγόρι, να διώξει το τελώνιο και να φέρει πίσω στη γιαγιά του το εγγόνι της.
Στο πρώτο και στο δεύτερο μέρος είμαστε εγκλωβισμένοι στην κοιλάδα. Η Kent με τη γραφή της καταφέρνει και σε βάζει μέσα στον κόσμο τους. Γιατί όντως ζούσαν σε έναν άλλο, δικό τους κόσμο. Έναν κόσμο που οι Καλοί σκορπούν τον φόβο. Ένιωθες την απελπισία της Νόρα Λίχι, την κούραση της Νανς Ρόουντς και την ανησυχία της Μαίρης. Έπαιρνες μέρος στον παραλογισμό τους, που γι’ αυτούς ήταν η λογική και η αλήθεια.
Στο τρίτο μέρος, για λόγους που δεν θα αναφέρω, φεύγουμε από την κοιλάδα, κι εκεί φαίνεται το μέγεθος της αμάθειας τους, αλλά και η επικινδυνότητα της. Τι πόσο κακό μπορεί να προκαλέσουν οι προκαταλήψεις οι οποίες είναι τόσο στενά συνυφασμένες με την καθημερινότητα τους που είναι σχεδόν τρομαχτικό!
Το πρώτο και το το δεύτερο μέρος θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελεί τμήμα ενός βιβλίο μαγικού ρεαλισμού ίσως. Στο τρίτο μέρος προσγειωνόμαστε στην πραγματικότητα.
Υπέροχη γραφή, καταπληκτική σκοτεινή, ζοφερή, λίγο ψυχοπλακωτική ατμόσφαιρα, περιγραφές σχεδόν ποιητικές και πολύ καλοί και οι τρεις γυναικείοι χαρακτήρες. Στο όριο της συμπάθειας και της αντιπάθειας και οι τρεις, την μια τις μισούσα τόσο πολύ και την άλλη ένιωθα συμπόνια και τις καταλάβαινα. Πιο πολύ μου άρεσε η Νανς, ενώ νομίζω πως η Νόρα ήταν λιγάκι “παραμελημένη” σαν χαρακτήρας.
Το βιβλίο είναι βασισμένο σε ένα πραγματικό γεγονός (για το οποίο εγώ δεν ήξερα τίποτα και τελικά καλά έκανα και δεν έψαξα!), έχει γίνει τρομερή έρευνα και αυτό φαίνεται.
Η αληθοφάνεια και η πιστότητα με την οποία η Kent κατάφερε να αποδώσει την κοινωνία της Ιρλανδίας του 19ου αιώνα, τις λαϊκές δοξασίες και παραδόσεις, την ζωή των φτωχών ανθρώπων της εποχής. Οτιδήποτε είχε να κάνει με τα ξωτικά και τις θεραπείες με βότανα με περίεργα ονόματα με ενθουσίαζε! Είναι εντυπωσιακό το μέγεθος της πίστης των ανθρώπων, το ότι δεν είχαν γνωρίσει ποτέ τους κάτι διαφορετικό και το ότι δεν δέχονταν κανείς να αμφισβητήσει αυτή τους την πίστη.
Κάπως ψυχοπλακωτικό, κάπως στενάχωρο στο τέλος, υποβλητικό καθ’ όλη τη διάρκεια του, μου άρεσε πολύ!
ολόκληρη η άποψη μου και εδώ: https://wordpress64426.wordpress.com/2018/06/16/%CE%BF%CE%B9-%CF%83%CE%BA%CE%BF%CF%84%CE%B5%CE%B9%CE%BD%CE%BF%CE%AF-%CE%BA%CE%B1%CE%BB%CE%BF%CE%AF-%CF%84%CE%B7%CF%82-hannah-kent/